Ονόματα-Επώνυμα-Παρώνυμα

ΟΝΟΜΑΤΑ – ΕΠΩΝΥΜΑ – ΠΑΡΩΝΥΜΑ

Του Γιάννη Κουτσοκώστα 

            Η ονοματοθεσία προσώπων, δηλαδή το να δίνεται ένα όνομα σε κάθε πρόσωπο παρουσιάζει ενδιαφέρον καθόσον εκτός από το επίσημο ονομάτισμα παρατηρούμε στην Καναλιώτικη κοινωνία πολλές μορφές προσδιορισμού των προσώπων. Όπως είναι γνωστό η ονοματολογία, κλάδος της γλωσσολογίας , που ασχολείται με την έρευνα και μελέτη των τοπωνυμίων και ανθρωπωνυμίων μας βοηθάει σημαντικά στην πολυμορφία της ονοματοθεσίας. Στην αρχαιότητα το όνομα του προσώπου, ιδίως του άνδρα, συνοδευόταν με το όνομα του πατέρα π.χ ο Σωκράτης ο γιος το Σωφρονίσκου, ο Κίμωνας ο γιος του Μιλτιάδου, ο Πέλοπας ο γιος του Ταντάλου κ.α.

Στην Καναλιώτικη κοινωνία σπάνια προσαγορευόταν κάποιο πρόσωπο ως γιος του τάδε. Προσδιοριζόταν δε με σύνθετη λέξη έχουσα σαν πρώτο συνθετικό το όνομα του πατέρα και δεύτερο συνθετικό το όνομα του γιου π.χ Θωμογιώργος δηλ. ο Γιώργος του ΘωμάΘυμιογιώργος δηλ. ο Γιώργος του ΘύμιουΝασιονίκος δηλ. ο Νίκος του ΝάσιουΑποστολομήτσιος δηλ. ο Μήτσιος του Αποστόλη κ.α.

            Όταν όμως ήθελαν να προσδιορίσουν το πρόσωπο σε σχέση με τη μητέρα το προσαγόρευαν με το όνομά του και το όνομα της μητέρας σε πτώση γενική π.χ ο Τάκης της Ντούλας, ο Θωμάς της Αργύρως, ο Γιάννης της Φροσύνης, ο Νίκος της Κούλας κ.α   Πολλές φορές αντί να χρησιμοποιούν το όνομα το βαπτιστικό της μητέρας έλεγαν το επώνυμό της σε πτώση γενική προκειμένου να προσδιορίσουν κάποιο πρόσωπο. π.χ ο Γιάννης της Σπανίνας, ο Κώστας της Κωστούλαινας. Ακόμη το βαφτιστικό όνομα της ύπανδρης γυναίκας προσαρμοζόταν στο όνομα του άνδρα της π.χ. η γυναίκα του Γιάννη ονομαζόταν Γιάνναινα, η γυναίκα του Γιώργου , Γιώργαινα, η γυναίκα του Θωμά Θωμίνα.

Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να προσαγορεύεται ανάλογα και το παιδί της. Π.χ ο Κώστας της Γιαννάκαινας, ο Βαγγέλης της Μήτραινας. Το ονομάτισμα των προσώπων μας παραπέμπει στην πατριαρχική και μητριαρχική κοινωνία. Η ονοματοθεσία του ονόματος, του βαφτιστικού, στηριζόταν κύρια στην Ελληνορθόδοξη παράδοση. Τα ονόματα προέρχονταν από το Χριστιανικό εορτολόγιο και από την ιστορία μας. Το επώνυμο , το οικογενειακό, ήταν κληρονομικό. Στην καθιέρωση του επωνύμου συνετέλεσαν πολλοί παράγοντες, όπως τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των ανθρώπων τόσο στην εμφάνιση, όσο και στο χαρακτήρα και ο καθένας προσπαθούσε να το τιμήσει στην κοινωνία.

Η φράση για ένα όνομα ζούμε δείχνει πόσο ήθελε το κάθε άτομο να είναι το όνομά του αναγνωρίσιμο, σεβάσμιο, έμπιστο και τίμιο. Η προσβολή του ονόματος προκαλούσε θλίψη στον ίδιο και λύπη στους συνανθρώπους του. Η Ελληνική γλώσσα είναι πλούσια σε λεξιλόγιο και σε εκφραστικά μέσα. Είπαν μερικοί απλόχεροι χρήστες της Ελληνικής γλώσσας να χαρίσουν μερικά ανθρωπονύμια στους συγχωριανούς μας, δε θα πλήρωναν τίποτα!

Έτσι οι περισσότεροι απόκτησαν και τα παρωνύμια, παρατσούκλια όπως τα λέμε τα οποία κληρονομικά τα κουβαλάνε και οι απόγονοι.

Τα παρωνύμια ήταν σκωπτικά ονόματα με τα οποία ήθελαν να προβάλουν εμφανή αδυναμία ή σωματική αναπηρία (π.χ κουτσός – χωλός) ακόμα και τα χαρίσματα ή τις αρετές που είχε ένας άνθρωπος (π.χ μάστορας)

Σε πολλές περιπτώσεις τα παρωνύμια παραμέρισαν τα επώνυμα και καθιερώθηκαν ως οικογενειακό όνομα. Κατά τη μαρτυρία των προγόνων μου το πραγματικό μας όνομα ήταν Κόκκινος, κάποιος πρόγονός μας στις αρχές της επανάστασης του 1821 παρέμεινε στο Μοναστήρι της Ρούστιανης επειδή ήταν κουτσός και έτσι έμεινε γνωστός ως Κουτσοκώστας.

Κατά τη μαρτυρία του Ι. Παπαναγιώτου το όνομα Πιλάτος ήταν παρωνύμιο, το πραγματικό του όνομα ήταν Φλίτσος, ο οποίος σε λαϊκό δικαστήριο προήδρευε και τήρησε στάση Ποντίου Πιλάτου, γι’ αυτό πήρε και το παρωνύμιο Πιλάτος.

  • Στην καθιέρωση του επωνύμου και παρωνύμου συνετέλεσαν πολλοί παράγοντες που παρατίθενται παρακάτω:Τα ιδιαίτερα γνωρίσματα που είχαν τα πρόσωπα στην εμφάνιση, στο χαρακτήρα και στο μυαλό τονίζονταν σκωπτικά από το ευρύτερο περιβάλλον. Τέτοια επώνυμα και παρωνύμια είναι. ΚουτσοκώσταςΧωλός (Κλός), Κουτσαρίδας, Ταρίνας, Κορκόβελος (κατά τη μαρτυρία του Νικολάου Ζαγκλαρά κορκόβελο ονόμαζαν αυτόν που είχε μεγάλες επιδόσεις στα άλματα, πηδήματα) , Στριφτός, Γκλάβας (η λέξη Γκλάβας είναι σλαβική και σημαίνει αυτόν που έχει μυαλό, κόβει η γκλάβα του). Ομοίως και το όνομα Καλτσάς με μεταφορική σημασία σημαίνει έξυπνος, πονηρός, «του διαβόλου κάλτσα», φράση που λέγεται και σήμερα. Επίσης το πατρώνυμο ισχυρού και επιτυχημένου άνδρα αποτέλεσε προσδιοριστικό παράγοντα ονοματοθεσίας. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Ιωάννου Ν. Αντωνίου, γραμματέα της Κοινότητας Καναλίων απο το 1950 μέχρι το 1985 γενάρχης των Αντωναίων ήταν ο Αντώνιος Παπαγεωργίου ο οποίος έζησε προεπαναστατικά στα Αφεντικά (Κανάλια). Είχε δυο γιούς τον Αντωνομήτσιο με περιουσιακά στοιχεία στα Άνω Κανάλια και τον Αντωνοθανασιά με περιουσιακά στοιχεία στα Κάτω Κανάλια οι οποίοι πήραν επώνυμο το όνομα του πατέρα τους Αντώνη (ΑΝΤΩΝΙΟΥ).

  Ο τόπος προέλευσης έπαιζε σημαντικό ρόλο στην ονοματοθεσία των προσώπων. Ιδίως του εσωτερικού μετανάστη. Ιδού μερικά επώνυμα.

  • Δερνίκας από το Τέρνο Ευρυτανίας. Ντερνίκας – Δερνίκας
  • Κούκιος από τον Κούκο
  • Τσιακούκος . Ο Τσιάκας από τον Κούκο
  • Σιόλος. Από τη Σολάκα, τοποθεσία στο Παλαιοχώρι

ü  Το επάγγελμα ήταν χαρακτηριστικό γνώρισμα για το ονομάτισμα. Ιδού μερικά τέτοια επώνυμα και παρωνύμια .

  • Σίψας λεγόταν αυτός που έκανε σιψί. Σιψί στα Τούρκικα σημαίνει φλογέρα καλαμένια με γλωσσίδι, σφυρίχτρα, πήλινο επιστόμιο ναργιλέ. Ο αργιλές ή ναργιλές είναι συσκευή καπνίσματος Ασιατικής προέλευσης με την οποία ο εισπνεόμενος καπνός περνάει μέσα από νερό και κάνει το κάπνισμα άνετο και ευχάριστο. Το πήλινο επιστόμιο του αργιλέ κατασκευαζόταν από επιδέξιο τεχνίτη και κατάλληλα υλικά. Ο ίδιος ο τεχνίτης κατασκεύαζε και πήλινα μαγειρικά σκεύη. Η παροιμιώδης φράση: «Πουγκακιώτ’κου χούμα σιψί δε γίνεται» , ανεξάρτητα από την κυριολεκτική και μεταφορική της σημασία μας παραπέμπει στο ονομάτισμα του επιδέξιου τεχνίτη σε Σίψας. Αργότερα η έννοια της Ελληνοποιημένης λέξης Σίψας επεξετάθηκε και σε άλλες κατηγορίες επαγγελμάτων και έγινε συνώνυμη με την έννοια επιδέξιος τεχνίτης. Δεν είναι τυχαίο το παρωνύμιο Σίψας που αποδιδόταν στον Ιωάννη Γεωργίου Δανιήλ από τα Πουγκάκια καθόσον είχε διατελέσει πρωτομάστορας για πολλά χρόνια στην περιοχή μας σε συνεργείο κτιστών. Εξ’ άλλου στο χωριό μας για την επιδεξιότητά του στις ξύλινες κατασκευές για τα γαλακτοκομικά προϊόντα ξεχώριζε ο Βασίλειος Σίψας. Συνέχισαν το έργο του ο γιός του Κων/νος Σίψας και ο εγγονός του Γεώργιος Σίψας. Ταυτίστηκε το όνομά του με το επάγγελμά του. Άλλα ονόματα που έχουν επαγγελματική προέλευση είναι.
  • Ραφταίοι
  • Λαδαίοι
  • Καλτσαίοι
  • Μάστορας
  • Σαμαράς και Σαμαρίκας. Σαμαρίκας ονομαζόταν γιατί έκανε ελαφριά σαμάρια (Σαμαρίκας =Σαμάρι + οκάς)

ü  Σκωπτικά. Όλα τα παρωνύμια προέρχονταν από σκωπτική διάθεση. Αυτό το χαρακτηριστικό έχει και το όνομα Μπούρας. Όταν κάποιος ήταν ζωσμένος με κουμπούρι λεγόταν Κουμπούρας. Από τότε που έπαψε να φέρει το κουμπούρι έμεινε λειψός και στο ονομάτισμα, από Κουμπούρας έγινε Μπούρας. Άλλα σκωπτικά ιδίως παρωνύμια ήταν. Εφτάβολος, Χαρούλας, Βαμβακούλας, Τσιμτσιρής, Μουσκλαβίτης,ΣαντολάςΑγκαθάςΣιούτης,κ.α.

Ο τσοπάνης όταν έβοσκε τα ζωντανά του για να εντοπίζει εύκολα τα ζωηρά και απείθαρχα ζώα του τους έβαζε ένα τσοκάνι, ή ένα κυπρί ή ένα κουδούνι και ο ήχος πρόδιδε που βρίσκονταν, κι έτσι μάντρωνε τα ζώα του εύκολα. Έτσι και οι άνθρωποι μέσα στην κοινωνία τους με τα πολλά ονόματα ήταν εύκολο να προσδιοριστούν, να εντοπιστούν χωρίς να κινδυνεύουν να χαθούν. Ωφελούνταν λοιπόν από τα πολλά ονόματα!