γράφει ο Γιάννης Κουτσοκώστας
Μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο οι οικιστικές ανάγκες της χώρας μας ήταν μεγάλες , ειδικά σε ξυλεία. Γι’ αυτό αποφασίστηκε από τις αρμόδιες Υπηρεσίες η συστηματική υλοτόμηση της Πουλιάνας , το 1945. Η τοποθεσία αυτή διέθετε πανύψηλα και ευθυτενή έλατα. Ειδικά ο χώρος που περικλειόταν ανάμεσα στο Λάκκο-Σταυροδρόμι- Χαντάκι Χαρούλα-Λάκκα του Στάμου και Κρυφό με τα έλατα υλοτομήθηκε. Στην προσπάθειά μου να αποτυπώσω την ιστορία του τόπου μας θεωρώ σκόπιμο ν απαρενθέσω και ενα κωμικοτραγικό γεγονός που έλαβε χώρα στην περιοχή αυτή μια βροχερή ημέρα κατά την περίοδο της υλοτομίας.
Ένας συγχωριανός μας, ο Γεώργιος Δημ. Αντωνίου, ο Κορκοβελογιώργος, για να προφυλαχτεί απο την βροχή κατέφυγε κάτω από ένα μεγάλο έλατο που ήταν στο παρακείμενο χαντάκι. Τότε στον έλατο αυτό έπεσε ένας κεραυνός και ο άνθρωπος σώθηκε με θαυμαστό τρόπο. Είπε τρομαγμένος μπροστά στους άλλους : Είδα το χάρο με τα μάτια μου!! Τα λόγια του αυτά για τους σκωπτικούς ήταν αρκετά για να του κολήσουν το παρωνύμιο χαρούλα για όλη του τη ζωή. Και δεν έφτανε αυτό μόνο , ονόμασαν απο τότε το χαντάκι εκείνο χαντάκι του Χαρούλα. Έτσι αθέλητα ο Κορκοβελογιώργος έγινε επώνυμος!!
Αρκετοί χωριανοί μας , Πουγκακιώτες και Πιτσιώτες βρήκαν εργασία για αρκετό χρόνο. Αφού καθάριζαν τους κορμούς από τα κομμένα έλατα, τους έκαναν κούτσουρα, κυλινδρικούς κορμούς με ορισμένο μήκος. Για να μεταφέρουν τα κούτσουρα από την υλοτομημένη περιοχή μέχρι τη Σύρτα έκαναν δρόμο κατηφορικό. Σ’ αυτό το δρόμο κυλούσαν τα κούτσουρα και τα έφερναν στη Σύρτα. Κάποι αμέρα ενω μετέφεραν κυλώντας τα κούτσουρα συνέβη ενα ανεπάντυχο εργατικό ατύχημα. Ο Νικόλαος Χριστόπουλος, ο Μαστρονίκος καταπλακώθηκε απο τα κούτσουρα και κατέστη ανάπηρος για όλη του τη ζωή. Από τη Σύρτα τα κυλούσαν και έφταναν στο Καβουρόρεμα, λίγο πιο πάνω από τη θέση, αφετηρία, του μοναστηριώτικου αυλακιού. Εκεί κατέληγε ο αμαξιτός δρόμος ο οποίος ξεκινούσε από τη Λευκάδα, περνούσε από το Ρουστιανίτη ποταμό και το Καβουρόρεμα. Η εκμετάλλευση του φυσικού πλούτου της Πουλιάνας δεν ολοκληρώθηκε, αν και υλοτομήθηκε, γιατί επακολούθησαν δυο σημαντικά γεγονότα, ο εμπρησμός που έγινε τον Αύγουστο του 1946 και ο εμφύλιος που επακολούθησε. Η μεταφορά της ξυλείας γινόταν με αυτοκίνητο μέχρι το φθινόπωρο του 1947. Σταμάτησε όταν οι αντάρτες της περιοχής έστησαν ενέδρα σε δυο αυτοκίνητα, συνέλαβαν τους οδηγούς και αφαίρεσαν είδη από τα αυτοκίνητα, μπαταρίες , ελαστικά, εργαλεία και τα κατέστησαν αδύνατα για μεταφορά. Ένα από αυτά τα αυτοκίνητα οι ιδιοκτήτες φρόντισαν και το μετακίνησαν. Το άλλο έμεινε μνημείο για πολλά χρόνια, στη δεκαετία του 1950, απέναντι από το Ραφταίϊκο το μύλο για να θυμίζει τα γεγονότα της εποχής.
Στα τέλη Αυγούστου του 1946, ένας Πουγκακιώτης θέλοντας να απαλλάξει το χωράφι του στη Λάκκα του Στάμου από τα ξερά χόρτα και ζιζάνια έβαλε φωτιά για να τα κάψει. Ο άνεμος φυσούσε δυνατά και η φωτιά μεταδόθηκε και πέρα από το χωράφι του όπου υπήρχαν οι ξηραμένες από την υλοτομία ελατόσκουπες. Έτσι η πυρκαγιά μεταδόθηκε με ευκολία στη υλοτομημένη περιοχή. Τα περισσότερα κούτσουρα είχαν μεταφερθεί στη Σύρτα και δεν αποτεφρώθηκαν. Ελάχιστα υπέστησαν τη μανία της πυράς. Εκεί στη Σύρτα έμειναν εγκαταλειμμένα λόγω του εμφυλίου όπου και σάπισαν. Μετά τον επαναπατρισμό, από το 1950 μέχρι και το 1960 οι συγχωριανοί μας χρησιμοποιούσαν τα κούτσουρα ως καύσιμη ύλη.
Εν’ τω μεταξύ η πυρκαγιά που εκδηλώθηκε για 10 ημέρες περίπου αποτέφρωσε μεγάλη έκταση εκτεινόμενη από τη Λάκκα του Στάμου μέχρι το Λάκκο και από το σταυροδρόμι μέχρι τη Γαϊδούρα, πιο πάνω από το Κρυφό. Η χλωρίδα και η πανίδα στην ανωτέρω περιοχή εξέλειπε. Όμως χρόνο με το χρόνο άρχισε η αυτοφυής αναδάσωση. Άρχισαν να φυτρώνουν πυκνά νέα φυτά ελάτων και καστανιών. Δεν ξαναφύτρωσαν οι βελανιδιές. Μετά από 15-20 χρόνια η πυρποληθείσα περιοχή ήταν έτοιμη να αποζημιώσει τους κατοίκους ιδιοκτήτες της περιοχής, καθ’ όσον η περιοχή αυτή το 1961 διανεμήθηκε με παραχωρητήρια στους Καναλιώτες, με τα δενδρύλλια ελάτης τα οποία έκοβαν για χριστουγεννιάτικα δένδρα. Για αρκετά χρόνια απέδιδαν ένα ικανοποιητικό εισόδημα στους ιδιοκτήτες των παραχωρηθέντων αγροτεμαχίων. Δυστυχώς όμως οι ιδιοκτήτες εκτός ελαχίστων, δεν φρόντισαν για τη συστηματική εκμετάλλευση των ελάτων με αποτέλεσμα άλλα αγροτεμάχια να έχουν μεγάλα έλατα και γεμάτα με βάτους ή αγριοκαστανιές και άλλα να είναι άγνωστα ακόμη και στους ιδιοκτήτες τους.